Η αγάπη μου για την Εθνική ομάδα του μπάσκετ δεν συγκρίνεται με την αγάπη μου για καμία άλλη ομάδα. Θα φωνάξω, θα βρίσω στη διάρκεια του ματς, αλλά αν η ομάδα μου (η μεγάλη Ουνιόν Βερολίνου) χάσει, πέντε λεπτά μετά το φινάλε του αγώνα θα είμαι εντάξει. Θα φάω ένα μπρατβουρστ από τον Μίχαελ, στο Κέπενικ (τοποθέτηση προϊόντος) και θα στανιάρω. Δεν θα το αφήσω να μου χαλάει το μυαλό. Αλλά με την Εθνική μπάσκετ δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει. Η ήττα από τη Γερμανία, ειδικά με τον τρόπο που ήρθε, ήταν μαχαιριά. Έκανα 24 ώρες να χαμογελάσω.
[pamestoixima_desktop keimeno_etaireias=”Το Pamestoixima.gr δίνει αξία στο παιχνίδι σου στο Ευρωμπάσκετ” width=”100%”]
Και μέσα σε όλα, κατηγορώ τον εαυτό μου για την ήττα. Όλα τα ματς του Ευρωμπάσκετ τα είδα με το γούρι μου: έναν λούτρινο Γκίζμο. Αν δεν ξέρετε ποιος είναι ο Γκίζμο, σταματήστε ό,τι κάνετε και δείτε τα Gremlins. Δυο ωρίτσες είναι. Θα περιμένω.
Το είδατε; Πώς σας φάνηκε; Η σκηνή με τη μάνα και το μπλέντερ δεν είναι φοβερή; Και ο Γκίζμο ένας γλύκας. Έλεγα λοιπόν ότι σε όλα τα ματς το γούρι μου κοιτούσε την οθόνη. Στο παιχνίδι με την Τσεχία, το οποίο είδα στην Κρήτη, ο ανιψιός μου είδε τον Γκίζμο και τον λιγουρεύτηκε. Ως στοργικός θείος τού χάρισα το γούρι μου. Από ιδιοκτησία Μαστροβάγγου, έγινε ιδιοκτησία Μαστρογιάννη (όχι του Μαρτσέλο).
Το παιχνίδι με τη Γερμανία το είδα χωρίς τον Γκίζμο μου. Και χάσαμε. Και χάσαμε από τον Ντένις τον Σρέντερ, ή Σρούντερ, ή Σρόντερ. Που είναι ίδιος με Γκρέμλιν που ήρθε σε επαφή με νερό και ταΐστηκε μετά τα μεσάνυχτα (πλέον δεν δέχομαι να μην έχετε την αναφορά, την είδατε την ταινία). Δείτε εδώ ομοιότητα.
Επί 24 ώρες ένιωθα άδειος. Σχεδόν ήθελα να κατέβω στην Κρήτη και να πάρω το κουκλάκι ξανά μέσα από τα χέρια του 4χρονου ανιψιού μου. Που σίγουρα το παλιόπαιδο δεν θα το έχει εκτιμήσει όσο του πρέπει. Γιατί για τα πιτσιρίκια, από το παλιό παιχνίδι είναι καλύτερο το καινούργιο, από το καινούργιο είναι καλύτερο το κουτί της συσκευασίας και το καλύτερο παιχνίδι από όλα είναι αυτό που ανήκει στο άλλο παιδάκι. Νόμος.
Αντίο Γιάννη, αντίο Λούκα, αντίο Νίκολα
Αν υπάρχει κάτι παρήγορο στην όλη φάση είναι πως έμειναν εκτός όλα τα φαβορί. Τόσο που σου έρχεται να καλέσεις Ελλάδα, Σλοβενία και Σερβία, να τους βάλεις εκεί και τους Ιταλούς του τρελο-Ποτσέκο, και φτιάχνεις καλύτερο Final-4 από αυτό που θα δούμε όντως στο Βερολίνο σήμερα και την Κυριακή.
Είμαι άδικος; Μπορεί. Αλλά είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που τρεις από τους τέσσερις κορυφαίους παίκτες του ΝΒΑ είναι Ευρωπαίοι (ο τέταρτος της παρέας είναι ο Κάρι για να μην ψάχνεστε). Ο Γιάννης, ο Λούκα Ντόντσιτς και ο Νίκολα Γιόκιτς. Οι χώρες τους ήταν τα φαβορί για τον τίτλο στο Ευρωμπάσκετ. Και οι τρεις αποκλείστηκαν από ομάδες που ήταν ακριβώς αυτό: πιο ομάδες από τις ομάδες τους.
Και αυτό είναι άλλο ένα παράσημο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Δεν μπορείς πλέον να υποτιμήσεις τους Τσέχους, τους Φινλανδούς, τους Πολωνούς. Φοβού αυτόν που δεν έχει τίποτα να χάσει. Αλλά πολύ το σοβαρέψαμε και δεν μου αρέσει. Αν θέλατε σοβαρότητα και προγνωστικά Ευρωμπάσκετ θα διαβάζατε κάποιον από τους άλλους μπλόγκερ. Όχι τον Μαστροβάγγο. Να είμαστε και λογικοί δηλαδή.
Νόμος 4.000 περί Ισπανοφιλίας
Ως οπαδός της Εθνικής, είναι σχεδόν τυπική μου υποχρέωση να μισώ την εθνική Ισπανίας. Προβλέπεται βάσει συμβολαίου, ρε παιδί μου. Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια. Μας κέρδισαν στον τελικό του Μουντομπάσκετ, το 2006. Μας κέρδισαν στον ημιτελικό του Ευρωμπάσκετ, το 2007. Μας κέρδισαν ξανά, στον ημιτελικό του 2009. Μας κέρδισαν στο Παγκόσμιο του 2010, στη φάση των «16». Μας κέρδισαν το 2015 στον προημιτελικό του Ευρωμπάσκετ. Έχω την εντύπωση ότι μας κέρδισαν επίσης στη δηλωτή το 2018 και στο πλακωτό το 2021, αλλά για τα τελευταία δύο επιφυλάσσομαι.
Πώς να τους συμπαθήσεις, αυτούς τους ασυμπάθιστους τύπους; Τους Γκασολαίους και τον φλόπερ Ρούντι; Τον Ρέγες; Τον Σέρχιο; Τον Μουμπρού και τον Γκαρμπαχόσα; Το μπασκετικό σίχαμα, τον Ναβάρο, που έλεγε και ο Φίλιππας;
Ναι λοιπόν. Είμαι γάιδαρος τέντυ μπόυς και αυτήν την ομάδα την υποστηρίζω. Συγγνώμη κιόλας που γουστάρω την καλύτερη ομάδα της τελευταίας 20ετίας. Συγγνώμη που με γοητεύει το κορυφαίο μπασκετικό πρόγραμμα στην Ευρώπη μετά τη διάλυση των υπερχωρών της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Από τότε που μας κέρδιζαν είχα μια θέση στην καρδούλα μου για αυτούς. Τον Ρέγες τον έβριζα τόσο που έκλεισε η φωνή μου, αλλά πάντα τον θεωρούσα υπερπαίχτη. Ο Ναβάρο ήταν ο λόγος που λίγο έλειψε για πρώτη φορά στη ζωή μου να πετάξω κέρμα σε γήπεδο. Αλλά και να το πετούσα, θα ευχόμουν να μην τον πετύχω. Γιατί ήταν μαγικός στο γήπεδο. Τον Μουμπρού και τον Γκαρμπαχόσα τους σιχαινόμουν, αλλά σαφώς τους ήθελα στην ομάδα μου. Τους Γκασόλ πάντα τους πήγαινα, δεν θα πω ψέματα. Όσο για τον Ρούντι… Θα τα πούμε αργότερα για αυτό το παλικάρι.
Η παρακάτω διαπίστωση δεν μου ανήκει. Την έχω κλέψει αυτούσια. Διαβάστε ώς το τέλος και θα φτάσουμε στις ευχαριστίες. Έτσι δεν κάνουν στα πανεπιστημιακά συγγράμματα;
Η Ισπανία έχει χτίσει πλέον την κορυφαία μπασκετική σχολή στην Ευρώπη. Φέτος δεν έχει το ταλέντο των προηγούμενων γενιών. Όταν από τους αδερφούς Γκασόλ πέφτεις στους αδερφούς Ερνανγκόμεθ, το λες και υποβάθμιση. Αλλά το μπάσκετ που παίζει αυτή η ομάδα, από τα αναπτυξιακά μέχρι το επίπεδο των ανδρών είναι ένα πράγμα. Αυτό είναι μπασκετική σχολή. Δεν είναι η παραγωγή ταλέντων. Είναι η αθλητική ταυτότητα. Πάρε τη φετινή Ισπανία. Βγάλ’ της τη ρόχα φανέλα και βάλ’ της ένα ωραίο μωβάκι, να ταιριάζει και με τα μάτια αυτού του απατεώνα, του Μπριθουέλα. Άσε την ομάδα να παίξει και αν δεν πεις ότι αυτό το μπάσκετ είναι εθνική Ισπανίας, τότε ή είσαι εμπαθής, ή είσαι τρίτος ξάδερφος της μπάλας του μπάσκετ, από το σόι της μάνας.
Πώς φτιάχνεις σχολή; Μπας και μπορούμε να το κάνουμε κι εμείς δηλαδή, γιατί ταλέντο υπάρχει δυσανάλογα πολύ σε σχέση με τις δυνατότητές μας. Πρώτον επενδύεις στα αναπτυξιακά. Καληνύχτα Μαργαρίτα και όνειρα γλυκά, σαν να λέμε.
Έπειτα, δίνεις πόστα σε νικητές, για να εμφυσήσουν αυτήν τη νοοτροπία στους παίκτες των εθνικών ομάδων. Έχουν πρόεδρο της ομοσπονδίας τον Γκαρμπαχόσα τα Ισπανά, μην πάτε μακριά. Εμείς, από τότε που ο Γιαννάκης έφυγε από το τιμόνι της Εθνικής έχουμε να δούμε έναν νικητή σε πόστο. Μέχρι φέτος, που επιστρατεύτηκαν Ντικούδης και Ζήσης. Αλλά έβλεπες τον Παπαλουκά στην εξέδρα. Γιατί να μην είναι πίσω από τον πάγκο, σε ρόλο συμβούλου; Γιατί να μην είναι εκεί ο Φάνης, ο Φασούλας, ο Τσαρτσαρής και ο Λάζαρος;
Στο πρόσφατο Μουντομπάσκετ εφήβων, η Ισπανία, η επόμενη γενιά αυτής της σχολής (που είναι εκεί ψηλά λόγου καλού σχεδιασμού και όχι επειδή τους δίνει υπερδυνάμεις η παέγια) έφτασε στον τελικό. Και τα πιτσιρίκια δέχθηκαν επίσκεψη από έναν-δυο παλαίμαχους πριν το παιχνίδι. Όχι τίποτα φοβερό. Κάτι γατάκια τύπου Γκασόλ, τύπου Ναβάρο, τύπου Γκαρμπαχόσα, τύπου Καλδερόν, τύπου Μουμπρού και τύπου Ρέγες. Πήγαν όλοι μαζί να τονώσουν την ομάδα. Αυτό είναι μπασκετική σχολή. Το δικό μας είναι κάτι ανάμεσα σε «γιούρια παλικάρια μου» και τη γνωστή μέθοδο του Αγίου Πνεύματος.
Γιατί να μην υποστηρίξω την Ισπανία; Η Ισπανία είναι το σύγχρονο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Έντεκα σερί ημιτελικοί Ευρωμπάσκετ. Δεν το λες και τυχαίο. Και στο κάτω κάτω ποιους να υποστηρίξεις; Την Πολωνία; Μπράβο που έφτασαν εδώ, αλλά πλην του Πονίτκα και του Σλότερ, οι υπόλοιποι παίζουν κάτι σαν μπάσκετ. Τη Γαλλία; Είναι εκεί που είναι γιατί έχασαν από δύο βολές ο Οσμάν και ο Φοντέκιο. Ή τη Γερμανία; ΟΚ, αυτοί παίζουν το πιο θεαματικό μπάσκετ στη διοργάνωση, αλλά πλην του ξαδέρφου μου, του Μαστροβάγγνερ, οι υπόλοιποι βγάζουν κάτι το αντιπαθητικό. Ισπανία ρε. Κι ας με κουρέψουν βάσει του νόμου 4.000 περί Ισπανοφιλίας.
Ρούντι Φερνάντεθ, είσαι το μπάσκετ
Έχω πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ανέκαθεν σεβόμουν τους Ισπανούς. Τους έβριζα, αλλά τους σεβόμουν. Υπήρχε μόνο ένας παίκτης που μισούσα αληθινά. Ο Ρούντι Φερνάντεθ με το ροκαμπιλάδικο τσουλουφάκι. Δύο δεκαετίες τώρα, όποτε τον έβλεπα στην τηλεόραση, όποτε τον έβλεπα στο γήπεδο, πρώτα έστελνα τις ευχές μου στη μανούλα του και μετά συνέχιζα τη μέρα μου. Φέτος ανέβηκε στην εκτίμησή μου. Όχι μερικά σκαλοπάτια. Πήρε το ασανσέρ και έφτασε στο δώμα, ο άτιμος.
[pamestoixima_desktop keimeno_etaireias=”Το Pamestoixima.gr δίνει αξία στο παιχνίδι σου στο Ευρωμπάσκετ” width=”100%”]
Το 2015 έγραφα ένα κείμενο με τίτλο «Πάου Γκασόλ, είσαι το μπάσκετ», όταν ένας 35χρονος Γκασόλ, ξοφλημένος για τους πολλούς, έπαιρνε μονάχος του σχεδόν το χρυσό σε ακόμα ένα Ευρωμπάσκετ για την Ισπανία.
To 2019 έγραφα ένα κείμενο με τίτλο «Λούις Σκόλα, είσαι το μπάσκετ», όταν ένας 39χρονος Σκόλα, ξοφλημένος για τους πολλούς, έπαιρνε μονάχος του σχεδόν το ασημένιο μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ για την Αργεντινή.
Ναι, πρέπει να δουλέψω λίγο την ποικιλία στους τίτλους μου, αλλά βλέπετε πού το πάω: Υπάρχει λόγος σοβαρός που εκτιμώ τόσο αυτό που πετυχαίνει φέτος ο Ρούντι. Και κάτι παραπάνω. Γιατί θυμάμαι σαν τώρα την εποχή που εντυπωσιαζόμουν όταν ένας αθλητής ήταν πιο μικρός από εμένα. Πλέον εντυπωσιάζομαι όταν ένας αθλητής είναι μεγαλύτερός μου. Δεν θα συνεχιστεί για πολύ αυτό. Γερνάω, μαμά. Ο Ρούντι είναι για μένα σημείο αναφοράς. Είναι 37. Ένα χρόνο μεγαλύτερός μου. Όσο αυτός παίζει μπασκετάρα, όσο καταθέτει ψυχή, εγώ είμαι ακόμα νέος. Κράτα ρε Ρούντι γερά.
Αλλά είναι και κάτι άλλο. Όσοι εξ ημών δεν είμαστε Ολυμπιακοί ή Παναθηναϊκοί, δεν μπορούμε να ονειρευτούμε ότι θα βλέπουμε μεγάλους παίκτες στις ομάδες μας. Ως φίλος του Παγκρατίου, τα μεγαλύτερα ονόματα που μπορώ να ρίξω στο τραπέζι είναι ο Σάκης ο Τζαλαλής και ο Γιώργος ο Γάσπαρης. Κάτσε καλά δηλαδή…
Η Εθνική είναι ο μόνος τρόπος. Και τους πραγματικά μεγάλους τούς θέλουμε για πάντα εκεί. Ποτέ δεν συγχώρησα τον Διαμαντίδη και τον Σπανούλη που έφυγαν νωρίς. Γιατί διάλεξαν για ποιους οπαδούς θα παίξουν. Ο Μπουρούσης δεν ήταν ποτέ ούτε Διαμαντίδης ούτε Σπανούλης. Όμως διάλεξε να παίξει για όλους μας. Ζηλεύω τους Ισπανούς για τον Γκασόλ και για τον Ρούντι. Ζηλεύω τους Αργεντίνους για τον Σκόλα και τον Μανού. Οι πιστοί στρατιώτες πάντα με κέρδιζαν. Και για αυτό θέλω στις 18 του μήνα, στην πόλη μου, στο Βερολίνο, να σηκώσει την κούπα ο πιστός στρατιώτης Ρούντι Φερνάντεθ. Κι ας τον βρίσω μόλις βγει στο παρκέ για λίγο. Από αγάπη το κάνω. Από γούρι, που χρόνια τώρα πιάνει. Αυτό δεν το άφησα στον ανιψιό μου στην Κρήτη.
ΥΓ. Αυτό το κείμενο είναι οικογενειακή υπόθεση. Η μπασκετική ανάλυση, πριν την πάρω και την κάνω άνω-κάτω, είναι του «αδερφού» Μάρκου Χάννα. Η ιδέα για τη φωτογραφία με τον τέντι μπόι είναι του «ανιψιού» Νίκου Κοτσαρίνη. Και η γραφιστική υλοποίηση είναι της «μπατζανάκισσας» (υποθέτω) Κωνσταντίνας Σαλλιών. Σας ευχαριστώ μπρε.