Θυμάστε πού ήσασταν μια μέρα σαν σήμερα το 2006, εκείνη την 1η Σεπτέμβρη που η Ελλάδα κέρδισε τις ΗΠΑ στη Σαϊτάμα; Αν δεν θυμάστε, είτε είστε πιτσιρικάδες, είτε κάτι έχει πάει πάρα πολύ στραβά. Γιατί υπάρχουν κάποια πράγματα στη ζωή που τα συνδέεις με το πού βρισκόσουν εκείνη τη στιγμή.
Εγώ για παράδειγμα. Στο σεισμό του Σεπτέμβρη του 1999, στην Αθήνα, έκανα μπέιμπι σίτινγκ σε δυο γειτονόπουλα και βλέπαμε καρτούν στην τηλεόραση (όλοι οι συνομήλικοί μου θα σας πουν ότι έβλεπαν Baywatch). Στην επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, τον Σεπτέμβριο του 2001, είχε έρθει ένας τεχνικός να μας φτιάξει τον υπολογιστή στο σπίτι και καταλήξαμε να του φτιάχνουμε καφέ και να βλέπουμε ειδήσεις επί τρεις ώρες, αυτός, η γιαγιά μου κι εγώ. Όσο για τον Σεπτέμβριο του 2006, στη μεγάλη νίκη επί των Αμερικανών στη Σαϊτάμα, ήμουν…
Μάλλον ξέρετε κάτι; Θα φτάσουμε εκεί. Το μέχρι στιγμής επιμύθιο είναι ότι οι Σεπτέμβρηδές μας μπορεί να είναι καλοί, μπορεί να είναι κακοί, όμως σίγουρα είναι αξιοσημείωτοι.
[pamestoixima_desktop keimeno_etaireias=”Ευρωμπάσκετ με ενισχυμένες αποδόσεις” width=”100%”]
Να βγάλουμε πρώτα κάτι από τη μέση. Αυτό δεν είναι ένα στοιχηματικό κείμενο. Αν θέλετε προγνωστικά Ευρωμπάσκετ, έχουμε μια αρμάδα καταπληκτικών συναδέλφων που μπορούν να σας πουν τι να παίξετε σήμερα. Αν είστε ακουστικοί τύποι, ρίξτε μια ακρόαση στο καταπληκτικό πόντκαστ για το Ευρωμπάσκετ, με τη Βασιλική Καραμούζα και τον Νίκο Κοτσαρίνη. Τις επόμενες μέρες μπορεί να μπω κι εγώ στο χορό των κειμένων για το τρέχον Ευρωμπάσκετ, με μια κάποια ελαφρά διάθεση, μετρίως μέτριο χιούμορ και μελό αναφορές, όμως οι ειδικοί είναι άλλοι. Εγώ ένας ταπεινός μάστορας είμαι.
Λέγαμε, λοιπόν, για εκείνη την 1η Σεπτέμβρη. Πρωί για εμάς, νωρίς το απόγευμα για τα παιδιά της αποστολής της Εθνικής στην Ιαπωνία. Θυμάστε πού ήσασταν όταν είδατε το ματς; Θυμάστε πού ήσασταν όταν ο Κακιούζης, ο Σόφο, ο Σπανούλης, ο Διαμαντίδης, ο Παπαλουκάς και η παρέα τους έστησαν συρτάκι στο κέντρο του γηπέδου; Κι ο Καρμέλο Άντονι να τους κοιτάζει σαν το πεινασμένο γατάκι της ψαροταβέρνας. Και οι αλήτες οι δικοί μας, ούτε μια αθερινούλα δεν του πέταξαν. Ελληνική φιλοξενία, σου λέει μετά.
Το 2006 ήμουν είκοσι χρονώ. Πολύ πριν το ρίξει στα μερεμέτια, ο Μαστρο-Βάγγος παρίστανε το φοιτητή του Παντείου. Δεν είχαμε μεγάλες βλέψεις για τον ημιτελικό με τους Αμερικανούς του ΛεΜπρόν, του Καρμέλο, του Γουέιντ, του Χάουαρντ και του Μπος. Δηλαδή εμείς οι εδώ πίσω δεν είχαμε. Τα παιδιά του Παναγιώτη Γιαννάκη το πίστευαν βαθιά. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα ήταν οι καλύτεροι παίκτες στον κόσμο. Και αλίμονο αν κανείς το αμφισβητούσε.
Θέλαμε να δούμε την ομάδα μας κόντρα στις ΗΠΑ, αλλά είχαμε και εξεταστική, διάολε. Επαναληπτική του Σεπτέμβρη. Και επειδή ποτέ δεν υπήρξα ιδιαίτερα επιμελής ως μαθητής ή ως φοιτητής, προφανώς έπρεπε να περάσω μπροστά από τα τραπεζάκια των παρατάξεων για να ξαναδώσω μάθημα εκείνη τη μέρα. Ποιο μάθημα; Δεν θυμάμαι. Αλλά σάμπως έχει σημασία; Ας πούμε ότι ήταν Μαστορική ΙΙ.
Μπάσκετ και βυσσινάδα
Πήγα και μπαστακώθηκα από τις δέκα παρά σε μια καφετέρια στη σχολή. Πήρα τη βυσσινάδα μου (μη γελάτε, ρε, είχε ωραία βυσσινάδα) και είπα να δω το πρώτο ημίχρονο. Και στις έντεκα και μισή, τσουπ, να καθίσω τον πισινό μου στο έδρανο και να ρημαδογράψω το ρημαδομάθημα. Αν η διαφορά ξέφευγε και νωρίτερα, από το πρώτο κιόλας ημίχρονο, μπορεί να έριχνα και μια ματιά στις σημειώσεις.
Αμ δε. Καθώς ο ήχος της κόρνας έκανε μέσω δορυφόρου το ταξίδι από τη Σαϊτάμα στην Καλλιθέα, ήμασταν μπροστά με τέσσερις. Τι κάνεις τώρα, Μαστρο-Βάγγο μου; Πας να δώσεις μάθημα; Πας, γιατί είσαι καλό παιδί, γαμώτο.
Και πήρα το δρόμο για το γυάλινο κτίριο. Οι Παντειακοί μου θα καταλάβουν. Δίναμε στη μεγάλη αίθουσα, εκεί που γίνονταν και οι συνελεύσεις. Γιατί δεν θυμάμαι τι μάθημα έδινα· αλλά, είπαμε, θυμάμαι πού ήμουν.
[pamestoixima_desktop keimeno_etaireias=”Τα μεγάλα παιχνίδια του Ευρωμπάσκετ σε περιμένουν στο Pamestoixima.gr!” width=”100%”]
Τα θέματα ήρθαν με καθυστέρηση, όπως πάντα. Σίγουρα το δεύτερο ημίχρονο θα είχε ξεκινήσει πια. Άρχισα να τα διαβάζω, αλλά ήταν απλά γράμματα σε ένα χαρτί. Γράμματα που ενώνονταν κι έφτιαχναν το θεόρατο κορμί του Σχορτσανίτη, μία να καρφώνει μπροστά στον Ντουάιτ Χάουαρντ και μία να στέλνει την μπάλα στο καλάθι με χουκ πάνω από τον Κρις Μπος.
Ξεκίνησα να κουτσογράφω. Και τότε άρχισε ένας ψίθυρος. Ρε σεις. Ξεκίνησε το τέταρτο δεκάλεπτο κι εμείς κερδίζουμε με δέκα και βάλε. Βρε στον Πλούτωνα το γραπτό και στον Άδη το μάθημα! Σηκώθηκα κύριος από τη θέση μου και πήγα να παραδώσω σχεδόν λευκή κόλλα. Τα 12 λεπτά αγώνα που έχασα ήταν σπονδή στους 12 θεούς. Όχι του Ολύμπου. Του ελληνικού μπάσκετ.
Μετά τη λευκή κόλλα
Όταν ξανάφτασα στην καφετέρια, ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Κάπνα, ιδρώτας και φωνές. Τα τελευταία οχτώ λεπτά του ματς, μπορώ να τα διηγηθώ δευτερόλεπτο προς δευτερόλεπτο. Τι να τα διηγηθώ; Μπορώ να τα ζωγραφίσω. Το επιθετικό ριμπάουντ του Δήμου, που έστειλε την μπάλα στα πόδια του Γουέιντ για να πάρουμε επίθεση από τη βασική γραμμή. Το κλασάτο αριστερό ντράιβ του Θοδωρή ανάμεσα σε τρεις. Την αλλαγή χεριού στον αέρα από τον Βασίλη. Τα «κοχονάτα» ριμπάουντ του Μιχάλη και του Μήτσου. Στο βολέ του Παπαλουκά, με το φινάλε του ματς, έχασα τη φωνή μου.
Τι άλλο θυμάμαι; Θυμάμαι μια αρένα να υποστηρίζει αναφανδόν τα Αμερικανάκια. Τους σταρ. Στο σινεμά ο κόσμος είναι πάντα με το αουτσάιντερ. Στην πραγματική ζωή, οι Ιάπωνες είναι Αμερικανομανείς σε βαθμό τρέλας. Μιλάμε για τους ίδιους Ιάπωνες που κάλεσαν πρόσφατα την αμερικανική αποστολή στις εκδηλώσεις μνήμης για τα θύματα των ατομικών βομβών. Των ατομικών βομβών που βγήκαν από το Σχέδιο Μανχάταν και τις έριξαν Αμερικάνοι. Άσ’ το, δεν βγάζεις άκρη.
Τι δεν θυμάμαι; Δεν θυμάμαι τον τελικό με την Ισπανία, δυο μέρες μετά. Ίσως καλύτερα. Αυτή η ομάδα αξίζει να τη θυμόμαστε στα πάνω της. Όχι στα κάτω. Κάτω η δεύτερη θέση στον κόσμο… Τι λέμε τώρα;
Αυτό το ζεστό μεσημέρι Παρασκευής του Σεπτέμβρη, το 2006, θα έχει για εμένα πάντα άρωμα βυσσινάδας, κάπνας, και ενός λευκού χαρτιού κακής ποιότητας που δεν πρόλαβε να ποτίσει με μελάνι. Θα έχει άρωμα θριάμβου και μετεφηβικού ενθουσιασμού. Και θα το μελετάω κάθε μέρα σαν κι αυτή. Είθε να συμβεί το ίδιο στις 18 Σεπτέμβρη, στο αγαπημένο μου Βερολίνο. Το βέβαιο είναι πως εκείνη τη μέρα, σε κάτι παραπάνω από δυο βδομάδες, δεν θα δίνω μάθημα.